To Adderall είναι ένα διεγερτικό φάρμακο του κεντρικού νευρικού συστήματος, που επιτρέπει στον χρήστη που θα το πάρει να έχει αυξημένη προσοχή, συγκέντρωση και εστίαση στις καθημερινές και σε πιο εξειδικευμένες δραστηριότητες. Το Adderall αποτελεί ουσιαστικά έναν συνδυασμό αλάτων αμφεταμίνης, που συμπεριλαμβάνει δεξτροαμφετανίνη και αμφετανίνη. Το συγκεκριμένο φάρμακο έχει μεγάλο εύρος παθήσεων που μπορεί να αντιμετωπίσει, όπως για παράδειγμα την κόπωση και ειδικές καταστάσεις όπως διαταραχές ύπνου (ναρκοληψία κλπ.).

Η δράση του Adderall

Η αγορά Adderall και η χορήγησή του γίνεται μέσω κατάποσης χαπιού. Μόλις το φάρμακο απορροφηθεί από τον οργανισμό του πάσχοντα και εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος, στη συνέχεια περνά στο νευρικό σύστημα, φτάνοντας μέσω των νευρώνων έως τον εγκέφαλο. Το Adderall στοχεύει συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου, όπου υπάρχουν αποθηκευμένες ουσίες όπως η ντοπαμίνη, η αδρεναλίνη και η νορεπινεφρίνη, οι οποίες σκοπό έχουν να αντιδρούν στο άγχος που δημιουργείται στον οργανισμό. Αυτές οι ουσίες άλλωστε είναι υπεύθυνες για την επιπλέον ενέργεια και εστίαση που δείχνει ο οργανισμός μας σε συνθήκες ενθουσιασμού και πίεσης. Ουσιαστικά το Adderall απελευθερώνει τις ουσίες αυτές. Το τελικό αποτέλεσμα είναι η αύξηση του καρδιακού ρυθμού, η αύξηση της αρτηριακής πίεσης, η αύξηση των επιπέδων ενέργειας και η αυξημένη συγκέντρωση, προσοχή και εγρήγορση. Το προϊόν προκαλεί ήπια ευφορία, ενώ είναι γνωστό πως οι αμφεταμίνες καταστέλλουν την όρεξη για φαγητό, συνεπώς χρησιμοποιούνται συχνά από άτομα που επιθυμούν να χάσουν βάρος.

Δοσολογία του Adderall

Δεν υπάρχει σταθερή δοσολογία του Adderall. Η ορθή δοσολογία εξαρτάται ουσιαστικά από ένα πλήθος παραγόντων όπως η ηλικία, το φύλο, το πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί κλπ. Η συνιστώμενη δόση για τους ενήλικες κυμαίνεται ανάμεσα στα επίπεδα των 5 και των 60mg. Καλό είναι η δοσολογία να ορίζεται σε συνεργασία με τον γιατρό που έχει διαγνώσει το πρόβλημα. Η λήψη του φαρμάκου πραγματοποιείται συνήθως μία φορά την ημέρα, κάθε πρωί, μέσω κατάποσης με τη βοήθεια νερού. Συνήθως, όταν δεν υπάρχει αποτέλεσμα, η δόση αυξάνεται στα 20mg/ημέρα μετά από μία εβδομάδα ή να μειωθεί στα επίπεδα αυτά εάν δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν επαρκώς τα συμπτώματα. Η μέγιστη δόση Adderall δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να ξεπερνά τα 30mg/ημέρα.

Παρενέργειες και αντενδείξεις του Adderall

Η αγορά Adderall και η χρήση του συγκεκριμένου φαρμάκου μπορεί να οδηγήσει σε πιθανές παρενέργειες, μικρότερης ή και μεγαλύτερης έντασης και διάρκειας. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι παροδικές και εξαφανίζονται μετά από ένα μικρό διάστημα ή μετά την αγορά Adderall και την ολοκλήρωση της χρήσης του Adderall, ωστόσο άτομα που αντιμετωπίζουν συγκεκριμένες παθήσεις, είναι καλό να μην χρησιμοποιούν το φάρμακο, καθώς οι παρενέργειες σε συνδυασμό με την πάθησή τους μπορεί να τους οδηγήσουν σε πολύ σοβαρά ιατρικά προβλήματα. Το προϊόν είναι πιθανό να αυξήσει την αρτηριακή πίεση και τον καρδιακό παλμό. Στον παρακάτω πίνακα συγκεντρώσαμε τις βασικές ανεπιθύμητες ενέργειες, καθώς και τις αντενδείξεις του Adderall:

Ανεπιθύμητες Ενέργειες
Αντενδείξεις
Ξηροστομία
Προβλήματα θυρεοειδή
Απώλεια όρεξης
Σοβαρό άγχος, ένταση ή εκνευρισμό
Αϋπνία
Καρδιαγγειακά προβήματα
Πρόκληση άγχους
Αρτηριακή πίεση

Προβλήματα με αλκοόλ ή ναρκωτικά

Γλαύκωμα

Προειδοποιήσεις για την αγορά Aderrall

Το Adderall αποτελεί ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό προϊόν, το οποίο ωστόσο δεν θα πρέπει να λαμβάνεται μακροπρόθεσμα, καθώς μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα υγείας ή να επιβαρύνει ήδη υπάρχουσες παθολογικές καταστάσεις. Είναι προτιμότερη η αγορά Adderall και η χρήση του στη συνέχεια περιστασιακά, όταν είναι απαραίτητο για συγκέντρωση και εστίαση της προσοχής του ενδιαφερόμενου. Το Adderall δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται μακροπρόθεσμα και για έναν ακόμη λόγο, επειδή είναι δυνατό να δημιουργήσει εθισμό. Για τον λόγο αυτόν απαγορεύεται η χρήση του Adderall σε συνδυασμό με ναρκωτικά και/ή αλκοόλ ή από άτομα που αντιμετωπίζουν εθισμό στις ίδιες ή σε αντίστοιχες ουσίες. Η λήψη Adderall από εγκύους μπορεί να προκαλέσει πρόωρες γέννες, χαμηλό βάρος του βρέφους ή στερητικά συμπτώματα στο μωρό. Το φάρμακο θα πρέπει να λαμβάνεται μόνο από την ηλικία των 6 ετών και άνω.